- παραφρυκτωρώ
- -έω, Αδίνω μυστικό μήνυμα στον εχθρό με πυρσούς, ειδοποιώ προδοτικά τους εχθρούς με πυρσούς.[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)-* + φρυκτωρῶ «δίνω σήμα με πυρσούς»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
παραφρυκτωρεύομαι — Α παραφρυκτωρῶ*. [ΕΤΥΜΟΛ. < παραφρυκτωρῶ, κατά τα ρήματα σε εύω / εύομαι] … Dictionary of Greek